Πρόσφατα είχαμε αναπτύξει ένα λογικό οικοδόμημα για το πως η αποταμίευση συνδέεται με τον πολιτισμό, εν’ αντιθέσει με το έλλειμμα που μας σπρώχνει ευθεία στην βαρβαρότητα. Δεν θα επανέλθουμε, ωστόσο είναι μια χρήσιμη υπόμνηση για να σημειώσουμε ότι παράλληλα με την αποταμίευση, μια σημαντική έννοια, για πορεία με θετικό πρόσημο, είναι το αίσθημα της αυτάρκειας.
Ο καταναλωτισμός, έτσι όπως τον ζήσαμε με την έκρηξη που γνώρισε τα τελευταία 20 χρόνια, στηρίχθηκε πρώτα και κύρια, στο πως θα εξαφανίσει το αίσθημα της αυτάρκειας. Όλες οι τεχνικές και οι διαδικασίες «προώθησης» υπηρεσιών και αγαθών στηριζόταν στην κατάλυση αυτού του αισθήματος, της αυτάρκειας. Ένας άνθρωπος που μπορεί να ζει, σε ένα μικρό σπίτι, με λίγα προσωπικά αντικείμενα , είναι άχρηστος για το σύστημα. Ποια αγορά μπορεί να στηριχθεί, στα ολίγα, ποια τράπεζα μπορεί να επιβιώσει για πολύ αν δεν δίνει διαρκώς δάνεια; Για να λειτουργήσουν όλα αυτά, το ζητούμενο είναι να εξαφανιστεί το αίσθημα της αυτάρκειας και στη θέση της να μπει ένα τεράστιο θέλω.
Για να υπάρξει όμως σε μια κοινωνία το αίσθημα της αυτάρκειας, θα πρέπει να έχει προηγηθεί η ανάλογη καλλιέργεια. Αν δεν έχει συμβεί αυτό, όπως συμβαίνει με την ελληνική κοινωνία, τότε ζούμε τον εφιάλτη της λιτότητας. Περικοπές, περικοπές, περικοπές, όχι ως μέτρα προαγωγής της αυτάρκειας, αλλά ως τιμωρία. Ένας άνθρωπο που έχει μάθει, για παράδειγμα, να καταναλώνει συγκεκριμένη – μεγάλη - ποσότητα τροφής, δεν μπορεί να τον αναγκάσεις με το στανιό, να γίνει ασκητής. Από πού θα αντλήσει δύναμη για να μπορέσει να περιορίσει τις ανάγκες του; Από ένα πολιτικό σύστημα που στηρίχθηκε στην εξαπάτηση και το ψέμα; Από πού θα αντλήσει αξίες και ιδανικά για να καλύψει το κενό που δημιουργείται στη ζωή του, ένεκα της οικονομικής κρίσης; Και σε τελική ανάλυση, λένε ότι η πίστη μπορεί να κινήσει βουνά, δεν μας λένε όμως ότι η απουσία της μπορεί να δημιουργήσει μόνο εξεγέρσεις απελπισμένων. Και αυτό θα ζήσουμε πολύ σύντομα.