Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011

Από την μεταπολίτευση στην χρεωκοπία

Μέρος της αποδόμησης του πολιτικού συστήματος είναι και η αποκαθήλωση των συμβόλων του. Το αίτημα της μεταπολίτευσης δεν ήταν άλλο από μια δημοκρατική κοινωνία η οποία θα εξασφάλιζε ευημερία για όλους χωρίς διακρίσεις. Ξεκινώντας αυτή η νέα περίοδος της σύγχρονης ιστορίας μας, μια από τις πρώτες υποθέσεις που έπρεπε να τακτοποιηθούν ήταν και η ανάδειξη των συμβόλων της και αυτά δεν ήταν άλλα από το Πολυτεχνείο και την Νομική. Το πρώτο έχει καταρρακωθεί ήδη, είτε από τον βίο και την πολιτεία της πλειοψηφίας της λεγόμενης Γενιάς του Πολυτεχνείου, είτε από τις καταλήψεις -άνευ λόγου και αιτίας - και την μετατροπή του ασύλου σε ασπίδα προστασίας τρομοκρατών και εμπόρων ναρκωτικών.

Τι είχε μείνει; Μια Νομική σχολή, η οποία επιλέχθηκε από ένα συγκεκριμένο πολιτικό χώρο να αναβαπτισθεί και ως σύμβολο του αγώνα υπέρ των δικαιωμάτων των μεταναστών…  Λες και ο αγώνας υπέρ των μεταναστών είναι ένας αγώνας ενάντια σε μια νέα χούντα!!! Μα καλά δεν έχουν αντιληφθεί ότι η υπόθεση των λαθρομεταναστών δεν έχει άλλο σκοπό παρά να μας μετατρέψει όλους σε μια άμορφη, στερούμενη ταυτότητας μάζα; Ποιόν νομίζουμε ότι πολεμάνε; Τον ιμπεριαλισμό και την εκμετάλλευση; Μα στο πλαίσιο αυτού του παιχνιδιού ενδυναμώνεται το ρεύμα της λαθρομετανάστευσης, γιατί οι λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις δεν θέλουν να λυθούν τα προβλήματα που την δημιουργούν, για τα οποία οι ίδιες είναι υπαίτιες οπότε εκτονώνουν το πρόβλημα ανοίγονταν τα σύνορα.

Τι είναι όμως σήμερα η Αριστερά στην Ελλάδα; Ένας «δημοκρατικός συρφετός» όπως τραγουδάει εδώ και πολλά χρόνια ο Διονύσης Σαββόπουλος (από το τραγούδι Εμείς του 60 οι εκδρομείς) η οποία βρίσκεται πάντα σε λάθος χρόνο και σε λάθος τόπο… Ανιστόρητη, ανίκανη και κατώτερη των περιστάσεων.

Ζούμε μια εποχή κατάρρευσης, ούτε η Δεξιά, ούτε η Αριστερά, ούτε κανένας άλλος από τα υφιστάμενα κοινοβουλευτικά κόμματα, μπορεί σήμερα να διαχειριστεί αυτή την κόλαση που δημιούργησε η δική τους ανιστόρητη ανικανότητα η οποία έχει υποθηκεύση με το μνημόνιο το μέλλον της χώρας και των επομένων γενεών. Αν υπάρχει σήμερα μια χούντα στην Ελλάδα αυτή είναι η χούντα των κομμάτων τα οποία σκορπώντας τα δανεικά χρήματα χειραγώγησαν συνειδήσεις, εξέθρεψαν το έγκλημα, ξεπούλησαν τον εθνικό πλούτο, αλλοτρίωσαν γενιές και γενιές ελλήνων και σήμερα μας παρέδωσαν στα χέρια των τοκογλύφων.

Μιλώντας προχθές στην Καβάλα ο συγγραφές Τάκης Θεοδωρόπουλος έκανε μια πικρή διαπίστωση ότι «Στην Ελλάδα μόνο δυο νόμοι εφαρμόζονται χωρίς κανένα εμπόδιο, ο νόμος της ευθύνης των υπουργών (και της βουλευτικής ασυλίας), μαζί με το νόμο για το ακαδημαϊκό άσυλο».

Η Νέμεσις

Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που έχουμε – μετά από αυτό της χρεωκοπίας - είναι αυτό των γενικεύσεων, του είδους «όλοι οι επιχειρηματίες είναι απατεώνες», «ο εργαζόμενος έχει πάντα δίκιο», «όλοι οι εφοριακοί τα παίρνουν», «όλοι οι λαθρομετανάστες είναι καλοδεχούμενοι»… Θα σταθούμε στο τελευταίο γιατί πλέον φτάνει ο καιρός να δούμε τι συνέπειες συσσωρεύει αυτή η επιπόλαια και ανόητη  πρακτική. Πρώτα απ’ όλα η παραχώρηση πολιτικού ασύλου, η ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία και η ανθρώπινη διαβίωσή τους είναι θέμα ηθικής τάξης και απόδειξης ανθρωπισμού. Οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε αυτό για να αποφύγουμε παρανοήσεις και απλουστεύσεις που δημιουργούν παρανοήσεις.

Ωστόσο για να μπορέσει μια χώρα – και μάλιστα υπό καθεστώς πτώχευσης να τα προσφέρει αυτά – θα πρέπει κάποιος να εξετάσει το τι δύναται να προσφέρει και με βάση αυτό να εκπονήσει ένα σχέδιο. Αν μπορούμε να εντάξουμε και να προσφέρουμε άσυλο και νομιμοποίηση σε 500.000 ή 600.000 μετανάστες, να είναι αυτός ακριβώς ο αριθμός και ούτε ένας παραπάνω. Η όποια υπέρβαση ή η απουσία κριτηρίων αξιολόγησης των μεταναστών που θα περάσουν την πόρτα μας, λειτουργεί αποσταθεροποιητικά τόσο για την κοινωνία υποδοχής, όσο και για τους ίδιους τους μετανάστες.

Αν ο σκοπός ορισμένων είναι να γίνει όλη η χώρα ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης δεν απέχουν πολύ από το να το πετύχουν. Με τα δυτικά σύνορα της χώρας ερμητικά κλειστά και τα ανατολικά να είναι ξέφραγο αμπέλι, είναι θέμα χρόνου να βρεθούμε σε λίγο, ημεδαποί και αλλοδαποί, στην ίδια μοίρα, αυτή της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της πείνας. Δεν απέχουμε πολύ από το να χαρακτηριστούμε όλοι ως λαθρομετανάστες. Αυτή η κατάσταση σίγουρα κάποιους εξυπηρετεί, από την μία η διάβρωση κάθε έννοιας τάξης και οργάνωσης και από την άλλη η οικονομική πολιτική του μνημονίου, έχουν πετύχει σε μεγάλο βαθμό την μετατροπή μας σε μια αγελαία κατάσταση. Ωστόσο μην έχουν την εντύπωση ότι γι’ όλα αυτά θα μείνουν ατιμώρητοι. Η μετατροπή μιας χώρας σε χώρο και ενός έθνους σε αγέλη δεν μπορεί να μείνει πράξη ατιμώρητη.

Η νομοτέλεια των ηθικών κανόνων – όπως υποστηρίζει και σωστά ένας φίλος – θα λειτουργήσει, χωρίς περιορισμούς χρόνου και τόπου, και η Νέμεσις θα πέσει επάνω σε όλους αυτούς που κατήργησαν κάθε έννοια ηθικής και δικαίου. Επ’ αυτού μην έχει κανείς αμφιβολία, υπομονή χρειάζεται.

Υ.Γ. Όσο γι’ αυτούς που αναρωτιούνται τι θα κάνουμε τους λαθρομετάναστες που πλεονάζουν, η απάντηση είναι απλή, θα τους ανοίξουμε τα δυτικά σύνορα και θα τους στείλουμε στην Ευρώπη. Αν δεν μας απατάει η ιστορική μας μνήμη η αποικιοκρατία των ευρωπαϊκών δυνάμεων έβαλε τις βάσεις για να υπάρχει σήμερα το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης. 

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Οι επίκαιροι Στίχοι του Γεωργίου Σουρή.

Ποιός είδε κράτος λιγοστό,

σ' όλη τή γή μοναδικό,

έκατό να έξοδεύη

και πενήντα να μαζεύη;

 

Νά τρέφη όλους τούς άργούς,

νά 'χη έπτά Πρωθυπουργούς,

ταμείο δίχως χρήματα

και δόξης τόσα μνήματα;

  

Να 'χη κλητήρες γιά φρουρά

καί νά σέ κλέβουν φανερά.

Κι ένώ αύτοί σε κλέβουνε,

τον κλέφτη να γυρεύουνε;

 

Όλα σ' αύτή τή γή μασκαρετήκαν

όνείρατα, έλπίδες και σκοποί,

οί μούρες μας μουτσούνες έγινήκαν,

δεν ξέρουμε τι λέγεται ντροπή.

 

Σπαθί άντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,

κάτι μισόμαθε κι όλα τά ξέρει.

Κι άπό προσπάππου κι άπό παππού

συγχρόνως μπούφος καί άλεπού.

 

 

Θέλει άκόμα - κι αύτό είναι ώραίο -

νά παριστάνη τόν Εύρωπαίο.

Στά δυό φορώντας τά πόδια πού 'χει

στό 'να λουστρίνι, στ' άλλο τσαρούχι.

 

Δυστυχία σου, Έλλάς,

μέ τά τέκνα πού γεννάς!

Ώ Έλλάς, ήρώων χώρα,

τι γαϊδάρους βγάζεις τώρα;

Δεν μπορεί παρά να εκφράσει κανείς, όχι απλά τον θαυμασμό του για την σατιρική δεινότητα του Γεωργίου Σουρή, αλλά για την επικαιρότητα των στίχων αυτών που γράφτηκαν εδώ και 100 χρόνια. Ενδημικό, μόνιμο και αναπόσπαστο τμήμα του νεοελληνικού μορφώματος η διαφθορά με συνέπεια – χωρίς καμία αμφιβολία – αν ζούσε σήμερα ο Γεώργιος Σουρής θα έβρισκε μοναδικό τρόπο να εκφράσει με την ίδια έμπνευση, την διαχρονικότητα του φαινομένου. Μας χωρίζει ένας αιώνας και ωστόσο είναι απελπιστικά όμοιες οι εποχές. Τα πρόσωπα και  τα γεγονότα αλλάζουν αλλά οι καταστάσεις μένουν οι ίδιες, λές και έχουμε βρει τρόπο να ξορκίσουμε τον ιστορικό χρόνο, αυτόν που είναι το μέτρο όλων των αλλαγών. Η ακριβής αίσθηση του χρόνου, - λες και δεν πέρασε μια μέρα – συμβάλει στην εμπέδωση μια αιωνιότητας παγιωμένης και αμετάβλητης

Η χώρα αυτή που ζούμε, η κοινωνία της οποίας μέρος είμαστε, μας θυμίζει το παραμύθι με την ωραία κοιμωμένη. Ο χρόνος κυλάει, αλλά επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα, όλα τα ίδια μένουν, σαν να βρισκόμαστε δέσμιοι των πράξεων μιας κακιάς μάγισσας.

Ίσως τελικά σε μια χώρα που το παρά- έχει γίνει το κυρίαρχο πρόθεμα (παρά – πολιτική, παρά – πληροφόρηση, παρά – οικονομία, παρά – θυρο, παρά – λογισμός) μόνο ένα νέο παρά - μύθι και όχι μια λογική προσέγγιση, να μπορεί να ανατρέψει, τον υφιστάμενο παρά – μύθι που μας κρατάει δέσμιο και αρνητές μια διαρκώς εξελισσόμενης πραγματικότητας. Η πολιτική, η οικονομία και όλοι οι άλλοι συναφείς χώροι δεν μπορούν να γεννήσουν την ανατροπή, το παραμύθι που ζούμε θα ανατραπεί μόνο από ένα άλλο, καλύτερο. Γι’ αυτό αντί για εθνικούς σωτήρες, για ώριμους πολιτικούς και όλα τα συναφή, ας αναζητήσουμε ένα νέο παραμυθά, γιατί ο παλιός μας κούρασε! Το παραμύθι τελείωσε, νέο το νέο παραμύθι. 

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

To πλεόνασμα και η Δημοκρατία

«Κι ούτε θα πάψουνε ποτέ
τη μέρα να κοπιάζουν και να δυστυχούν, να βασανίζονται την νύχτα,
Μα μέριμνες σκληρές σ’ αυτούς οι θεοί να δίνουν…» 179 – 181.
Όταν ο Ησίοδος με το ποίημα του «Έργα και Ημέρες» εμφανίζεται στο στερέωμα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, έχει τελειώσει ήδη η εποχή των ηρώων, για την οποία τόσο πολύ και τόσο όμορφα μίλησε ο Όμηρος και αρχίζει μια νέα εποχή, αυτής της πάλης του ανθρώπου για την επιβίωση. Ουσιαστικά ο Ησίοδος γι’ αυτό τον αγώνα μίλησε και με το έργο του αυτό παραδίδει μαθήματα για το πώς πρέπει να είναι ένα σωστό νοικοκυριό, για το πως πρέπει να καλλιεργεί κανείς τα χωράφια του, για το πώς να διαχειρίζονται τη σοδειά του και τις αποθήκες του, έτσι ώστε για να μπορεί να επιβιώσει με αξιοπρέπεια (Ευδαίμων και όλβιος αυτός που όλα αυτά γνωρίζει και εργάζεται άψογος ενώπιον των αθανάτων θεών…» (830-831).

Ουσιαστικά αναφέρεται σε μια εποχή δύσκολη μα συνάμα και πάρα πολύ ενδιαφέρουσα για την εξέλιξη του ανθρώπου. Ουσιαστικά οι «οδηγίες επιβίωσης» του Ησίοδου αποσκοπούν σε ένα και μόνο αντικείμενο, να ενισχύσουν οικονομικά και καταστήσουν αυτάρκεις τις πρώτες μεγάλες πόλεις που αρχίσουν να διαμορφώνονται. Ουσιαστικά η παρουσία του συμπίπτει με το τέλος της νομαδικής ζωής και την γέννηση της έννοιας του νοικοκυριού και κατ’ επέκταση της πόλης.

Μέχρι τότε ο άνθρωπος ζει απόλυτα υποταγμένος στις ιδιοτροπίες της φύσης, όταν όμως αρχίζει να συστηματοποιεί την καλλιέργεια, φροντίζει να γεμίζει τις αποθήκες του με κάθε τι χρειαζούμενο, κερδίζει κάτι που μέχρι τότε δεν το ήξερε. Τον ελεύθερο χρόνο. Τους κρύους μήνες του χειμώνα που δεν χρειάζεται να βγει για να αναζητήσει την τροφή του, γιατί είχε κελάρια γεμάτα, κερδίζει τον χρόνο για να στοχαστεί, να φιλοσοφήσει, να αναζητήσει την καλύτερη οργάνωση της κοινωνίας που ήδη είχε αρχίσει να σχηματίζεται στον τόπο της μόνιμης πια εγκατάστασής του, την πόλη.

Χωρίς υπερβολή θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η παραγωγή πλεονάσματος, η ανάγκη δημιουργίας συστημάτων διαχείρισης της αποταμίευσης και ο ελεύθερος χρόνος που προέκυψε ήταν εκείνες οι αναγκαίες και ικανές συνθήκες για να γεννήσουν ένα πολιτικό σύστημα που έφτασε στην πιο τέλεια μορφή του με την Δημοκρατία της Αθήνας. Αν είχε πρυτανεύσει η λογική του «να φάμε ότι έχουμε» και του «να ζούμε με δανεικά» η πορεία θα ήταν πολλή διαφορετική.

Σήμερα λοιπόν η αναζήτηση μιας διεξόδου από την κρίση δεν μπορεί να είναι ο δανεισμός με καλύτερους όρους, δεν μπορεί να είναι η χρηματιστηριακή λογική της οικονομίας αλλά η παραγωγή πλούτου, πλεονάσματος και μηχανισμών αναδιανομής της υπεραξίας. Ουσιαστικά οφείλουμε να ανατρέψουμε άρδην το μοντέλο και τις αντιλήψεις με τις οποίες γαλουχηθήκαμε εδώ και δεκαετίες, να επιστρέψουμε πίσω, να ψάξουμε στα σκουπίδια και στις χωματερές την γνώση που εξορίσαμε και να αρχίσει εκ νέου, μια πορεία προς τα μπροστά στην βάση μιας λέξης, παραγωγή. Παραγωγή αγαθών, υπηρεσιών και κάθε το που δημιουργεί προστιθέμενη αξία. Για να γίνει όμως αυτό δεν μπορούμε να έχουμε πολιτικούς που οχυρώνονται πίσω από τους νόμους που οι ίδιοι ψηφίζουν για να εξασφαλίζουν την ατιμωρησία. Θα πρέπει το πολιτικό σύστημα, η δημόσια έκφραση να βρει το πραγματικό της νόημα.