Μετά την Αναγέννηση, αλλά ιδιαίτερα μετά το Β’ Παγκόσμιο
πόλεμο, καλλιεργήθηκε η αντίληψη ότι το μέλλον οφείλει να είναι καλύτερο από το
χθες. Μεγαλώσαμε με μια αίσθηση ότι στην εξέλιξη του χρόνου, η πρόοδος αποτελεί
πάντα το θετικό πρόσημο στην ιστορία του ανθρώπου. Αυτή η βεβαιότητα έγινε
ακόμη πιο ισχυρή με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, καθώς τότε κάποιοι
ανόητοι – όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων – βιάστηκαν να μιλήσουν για το τέλος
της Ιστορίας. Με την έννοια ότι από
την στιγμή που κατάρρευσε το αντίπαλο δέος
και η κυρίαρχη ιδεολογία είναι ο νεοφιλελευθερισμός, η ελευθερία των αγορών θα
επιβάλλει την παγκόσμια ειρήνη έτσι ώστε η διακίνηση ανθρώπων, αγαθών και
εμπορευμάτων θα γίνεται ανεμπόδιστη από πολέμους και περιοριστικά μέτρα.
Δυστυχώς όμως αποδείχθηκε, στην πράξη πια, ότι ο παράδεισος επί γης, ήταν ακόμη
ένα πολύ μακρινό όνειρο, κι όχι μόνο αυτό…
Αποδείχτηκε και κάτι ακόμη, ότι ο δρόμος για τον παράδεισο
δεν περνάει μέσα από μια παγκόσμια, ελεύθερη αγορά, αλλά παραμένει υπό την
εξουσία αξιών μη μετρήσιμων στο χρηματιστήριο αξιών των αγορών. Έννοιες όπως
αγάπη, αλληλεγγύη, αδελφοσύνη και ταπεινοφροσύνη, οι οποίες γίνονταν όλο και
πιο σπάνιες τα τελευταία χρόνια, παραμένουν εξόριστες και μέρος της λύσης είναι
η επαναφορά τους, ως εργαλεία επίλυσης προβλημάτων. Είκοσι χρόνια μετά το τέλος
του υπαρκτού σοσιαλισμού άρχισε να γράφεται το τέλος του κυρίαρχου οικονομικού
μοντέλου των τελευταίων 20 ετών.
Και τώρα βέβαια το μεγάλο κενό που δημιουργείται δεν είναι μόνο
από το γεγονός της κατάρρευσης της βεβαιότητας ότι η κάθε μέρα θα είναι
καλύτερη από την χθεσινή και η κοινωνία μας καθημερινά θα γίνεται όλο και
καλύτερη. Η ψευδαίσθηση αυτή τελείωσε και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή που δεν
υπάρχει καμία άλλη βεβαιότητα να καλύψει το κενό. Εξ ου και η απουσία πολιτικής
πρότασης, όχι μόνο εδώ στην Ελλάδα που είναι στην πρώτη γραμμή του πολέμου,
αλλά στο σύνολο του δυτικού κόσμου. Γι’ αυτό ακόμη αντέχει η προτεσταντική
λογική της Μέρκελ, η οποία παρά το απάνθρωπο του χαρακτήρα της, φαντάζει ως η
μοναδική λύση στο πρόβλημα.
Η μια και μοναδική αλήθεια είναι ότι το ποτάμι της Ιστορίας
και του Χρόνου, για το οποίο μίλησε ο Ηράκλειτος θα συνεχίσει να κυλάει χωρίς
να μπορούμε να το διαβούμε δύο φορές, και επιπλέον για να το δαμάσουμε θα
πρέπει συνεχώς να δίνουμε ένα αγώνα χωρίς ανάπαυλα, η πρόοδος δεν είναι δεδομένη
αλλά πάντα θα είναι ένα διαρκές ζητούμενο για την ανθρώπινη κοινωνία.