Κάθε τι που συμβαίνει σήμερα, καθορίζει το αύριο, το τοπίο που θα υπάρξει στη χώρα, στην μετά κρίση εποχή. Μεταξύ όλων των άλλων, ζούμε σήμερα το τέλος του δημοσίου υπαλλήλου και του συνταξιούχου, μαζί ζούμε και το τέλος της πιάτσας, με την έννοια της αγοράς. Η παραδοσιακή αγορά με τα μαγαζιά και τους μικροϊδιοκτήτες χάνεται. Τα ενοικιαστήρια που κατακλύζουν τα άδεια καταστήματα δεν είναι τίποτα περισσότερο από τα αγγελτήρια θανάτου ενός θεσμού πολλών χιλιάδων ετών.
Η πιάτσα με την έννοια της αγοράς, είναι μέρος ενός συστήματος που ήδη έχει καταρρεύσει και το οποίο αποκάλεσαν «ανατολικός καπιταλισμός». Η τελευταία πράξη γράφτηκε το 1922 με την κατάρρευση της Μικράς Ασίας, έτσι όπως την είχαμε γνωρίσει για αιώνες, με τους έλληνες να κυριαρχούν ως εμπορική δύναμη. Η πιάτσα είναι μια καθημερινή πράξη οικονομίας, πολιτισμού και πολιτικής, είναι αυτό το συνεχές δούναι και λαβείν υλικών και άυλων αγαθών. Η πιάτσα είναι η μετεξέλιξη της αρχαίας αγοράς, όπου «αγορά» το «αγοράζω» εκ του «αγορεύω», τουτέστιν κυρίαρχο και μοναδικό χαρακτηριστικό το δόσιμο και το πάρσιμο, όχι με την στενή οικονομική έννοια, αλλά με την ευρύτερη της ανταλλαγής ειδήσεων, απόψεων και ιδεών. Μια καθημερινή κίνηση μέσα στην οποία αναπαράγεται το παραδοσιακό και δοκιμάζεται κάθε τι καινούργιο.
Το τέλος άρχισε το 1922 και τώρα ζούμε την τελευταία πράξη. Το εμπορικό ενδιαφέρον μετατίθεται αργά και σταθερά από την πιάτσα, στα εμπορικά κέντρα και μάλιστα αυτά που βρίσκονται εκτός αστικού ιστού. Εκεί κανείς δεν είναι τίποτα περισσότερο από καταναλωτής, κάθε σχέση και επαφή προσδιορίζεται μόνο από την οικονομική συναλλαγή και όλα στηρίζονται στην απρόσωπη κατάσταση που προσφέρουν οι αγορές στα γνωστά πολυκαταστήματα.
Αυτή είναι η κυρίαρχη τάση, από την άλλη και η ίδια η πιάτσα, οι μικροεπαγγελματίες δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν ούτε τον κίνδυνο που τους απειλούσε. Ανέτοιμοι, ανυποψίαστοι και ανιστόρητοι αφέθηκαν στο ρεύμα της εποχής και στις νέες καταναλωτικές συνήθειες που εισέβαλαν ορμητικά, μετά από κάθε μεγάλο ιστορικό γεγονός. Η οικονομική κρίση επιτάχυνε τους ρυθμούς καθώς όταν μια κοινωνία κινείται, όλο και περισσότερο με μοναδικό κριτήριο «την οικονομικότερη λύση» μετράει μόνο απώλειες.
Ένα βράδυ, πριν από δέκα χρόνια, καθόμασταν μια παρέα, και ήρθε ένας γνωστός - δημόσιος υπάλληλος στο επάγγελμα - με ένα κουτί εργαλεία. Διαφήμιζε την αγορά του γιατί με μόλις 5 ευρώ το είχε αγοράσει από ένα Κινέζο. Στην παρατήρησή μας ότι το «αγόρασε» πολύ ακριβότερα από ότι αν πήγαινε στο τάδε κατάστημα σιδερικών γέλασε… Ο συγκεκριμένος είναι από αυτούς που πρόκειται να βγουν σε εργασιακή εφεδρεία. Δεν ξέρουμε όμως αν σήμερα μπορεί να αντιληφθεί το πόσο σχέση είχε εκείνη η αγορά του – και άλλες ανάλογες από τα γνωστά πολυκαταστήματα - και γενικά ο τρόπος λειτουργίας του ως καταναλωτής με την σημερινή άσχημη κατάσταση που βιώνει. Αυτό ίσως είναι και το χειρότερο ότι ακόμη και τώρα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το πόσο οι δικές μας πράξεις έσπρωξαν τις εξελίξεις…