Τελικά φαίνεται ότι η Ευρώπη έχει στο αίμα της την
αποικιοκρατία. Κι ενώ πιστεύαμε ότι το φαινόμενο έχει τελειώσει από τις
προηγούμενες δεκαετίες, γινόμαστε μάρτυρες ενός νέου κύματος, μόνο που αυτή τη
φορά η αποικιοκρατία κινείται εντός των ορίων της Ευρώπης, με κατεύθυνση από
τον Βορά προς το Νότο. Εργαλείο γι’ αυτή την επέκταση είναι το κρατικό χρέος,
το οποίο δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.
Το χρέος και ο τρόπος που επέλεξαν να το διαχειριστούν στις
Βρυξέλες και το Βερολίνο, θυμίζουμε ότι στη διένεξη Βερολίνου – ΔΝΤ για το τι
θα γίνει με το ελληνικό χρέος, η Ελλάδα δεν πήρε θέση λες και το θέμα αφορούσε
το μακρινό Νεπάλ , λειτουργεί ως μηχανισμός ανακατανομής του πλούτου μεταξύ των
κοινωνιών. Μετά από αυτή την κρίση, η Ε.Ε. δεν θα θυμίζει αυτό που ήταν σε
επίπεδο τουλάχιστον διακηρύξεων, δηλαδή μια ένωση ανεξαρτήτων κρατών, ισότιμων
μεταξύ τους όπου όλα φέρουν τον τίτλο του «εταίρου». Θα είναι ένα νέο
πολυεθνικό μόρφωμα όπου οι κάτοικοι θα χωρίζονται σε αφέντες και δούλους. Τα
κεφάλαια, η τεχνογνωσία και η πολιτική εξουσία θα βρίσκεται στον παγωμένο Βορά και οι είλωτες και οι υποτελείς στον
ζεστό Νότο.
Η άνιση κατανομή του πλούτου και των εισοδημάτων θα
παγιώσουν ένα μοντέλο άνισης ανάπτυξης, από το οποίο κανείς δεν θα μπορεί να
ξεφύγει. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο η πλειοψηφία των ελλήνων όταν ερωτούνται
αν θα πρέπει να παραμείνουμε στην Ε.Ε. απαντούν, καταφατικά. Εκεί βρίσκεται και
η τεράστια παράκρουση που λαμβάνει χώρα στο εσωτερικό της χώρας. Ενώ όλοι
γνωρίζουν καλά το τι μας περιμένει, στην νέα Ε.Ε. που τώρα χτίζεται, κανείς δεν
προβληματίζεται για το αν μπορεί να υπάρξει μια άλλη πορεία. Το γιατί συμβαίνει
αυτό είναι απλό, είναι ο φόβος που γεννάει το άγνωστο. Κι αυτός ο φόβος και η
αβεβαιότητα που το συνοδεύουν θα
συνεχίσει να υπάρχει όσο δεν διαφαίνεται μια ώριμη πολιτική πρόταση, τόσο για τι
πρέπει να απαιτούμε για να παραμείνουμε στην Ε.Ε, είτε για το πώς μπορούμε να
πορευτούμε μόνοι μας.
Το πολιτικό σύστημα το μόνο που έχει ως γνώμονα είναι το πώς
θα διαχειριστεί την κρίση χωρίς να θιγεί – όσο είναι δυνατόν - το ίδιο, για να μπορεί να έχει ρόλο την επόμενη ημέρα,
με άλλα λόγια πιάνει στασίδι ήδη για το μετά.
Θεόδωρος Α. Σπανέλης