Δεν υπάρχει ιστορική περίοδος σε αυτή την χώρα που να μην υπήρχαν εξορίες. Για να μην πάμε όμως πολύ πίσω, στους εξοστρακισμούς της αρχαίας Αθήνας, θα σταθούμε στα πιο πρόσφατα γεγονότα. Τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο είχαμε τις εξορίες – εκτοπίσεις σε διάφορα ξερονήσια. Με τον τρόπο αυτό η τότε κυρίαρχη ιδεολογία ήθελε να στερήσει από τους αντιφρονούντες την επαφή με τον υπόλοιπο πληθυσμό για να μην υπάρχει διατάραξη του κλίματος ασφάλειας και ειρήνης. Τις τελευταίες δυο δεκαετίες γνωρίσαμε μια άλλου είδους εξορία, τον εκτοπισμό από τον τηλεοπτικό χώρο. Όποιος δεν είναι συμβατός με τις νόρμες του συστήματος δεν υπάρχει περίπτωση να του δοθεί η ευκαιρία να πει έστω και μια κουβέντα. Σαφώς και υπάρχουν κάποιες μικρές εξαιρέσεις και αυτές κύρια στην κρατική τηλεόραση αλλά είναι απειροελάχιστες. Έτσι πιο εύκολο είναι να βγει σε εκπομπές υψηλής τηλεθέασης ένας βιαστής, μια πορνοστάρ, ένα πολιτικό λαμόγιο, παρά ένα διανοούμενος που έχει κάτι να πει, ένας παραγωγός που έχει κάτι να παρουσιάζει από τον κόπο των χεριών και του μυαλού του ή ένα πολιτικό πρόσωπο που δεν προσκύνησε τους καναλάρχες. Όλοι αυτοί, από την στιγμή που δεν έχουν δικαίωμα στον τηλεοπτικό χρόνο που αναλογεί στον προσωπικό τους εκτόπισμα δεν βιώνουν μια εξορία; Για τον πολύ κόσμο δεν είναι σαν να μην υπάρχουν, σαν να μην έχουν κάτι να επιδείξουν;
Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτή η εξορία, πέρα από τον εκτοπισμό από το τηλεοπτικό γίγνεσθαι, ο οποίος αφορά μερικές δεκάδες ανθρώπους υπάρχει και μια άλλη εξορία πολύ πιο μαζική και αυτή είναι η ελληνική επαρχία και η διασπορά στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Έχει σκεφτεί κανείς πόσες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, σκεπτόμενοι, παραγωγικοί, σημαντικές οντότητες στο είδους τους, δεν μπόρεσαν να προσφέρουν το κάτι περισσότερο που μπορούσαν επειδή ζουν στην ελληνική επαρχία ή στο εξωτερικό όπου αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν; «Ζουν στην αφάνεια» επειδή είναι καταδικασμένοι να ζουν μακριά από την Αθήνα. Οπωσδήποτε πολλοί από αυτούς ζουν κατ΄ επιλογή στην επαρχία ή στο εξωτερικό, είτε γιατί δεν αντέχουν την απάνθρωπη πόλη της Αθήνας, είτε γιατί δεν αντέχουν όλη αυτή τη διαφθορά που έχει συσσωρευτεί και την δυσανεξία του συστήματος στους ικανούς και τους ηθικούς. Γιατί όμως αυτή τους η επιλογή θα πρέπει να είναι καταδίκη στην ανυπαρξία; Δεν χάνει η κοινωνία, δεν χάνει η πατρίδα από αυτές τις χιλιάδες χιλιάδων παραγωγικών και αξιόλογων ανθρώπων που για τον έναν ή τον άλλο λόγο ζουν στην «Ελληνική περιφέρεια»; Με τον όρο «Ελληνική Περιφέρεια» προσδιορίζουμε τον εκτός Αθηνών χώρο με όρια εκεί που φτάνει και ακούγεται η ελληνική γλώσσα. Καθώς όπως έλεγε και ο ποιητής η γλώσσα είναι τα όρια του Ελληνισμού. Από πού λοιπόν προκύπτει ότι αυτή η απόφαση να βρεθούν extra muros πρέπει να ισοδυναμεί με ισόβια εξορία;
Ποιο κράτος δικαίου και αξιοκρατίας επιτρέπει να μένουν αναξιοποίητες τέτοιας ποιότητας δυνάμεις όπου στις περισσότερες των περιπτώσεων πέρα από την όποια κατάρτιση, πέρα από την όποια επιτυχημένη παραγωγική διαδικασία είναι άνθρωποι, ακέραιοι, τίμιοι και αξιοπρεπείς; Αν μια ανατροπή, πολιτική και κοινωνική δεν στηριχθεί σε αυτούς από ποιους άλλους θα προσδοκούσαμε να γίνουν οι ευαγγελιστές του νέου και αναγεννητικού λόγου; Πως είναι δυνατόν μια οικονομική, κοινωνική και πολιτική αναγέννηση να προέλθει από τον μεταμορφισμό των ήδη γνωστών – όσον αφορά την συγκρότηση, τις ικανότητες και την ηθική υπόσταση - παραγόντων – υπηρετών του αθηναϊκού κράτους; Αυτοί δεν επιδιώκουν την ανατροπή αλλά μια νέα συμφωνία για να επιβιώσουν στις νέες συνθήκες. Οι μόνες δυνάμεις που μπορούν να εγγυηθούν μια ουσιαστική εθνική αναγέννηση είναι αυτές που ζουν στην ελληνική εξορία, δηλαδή στην περιφέρεια της έθνους, η οποία βρίσκεται τόσο εντός όσο και εκτός εθνικών συνόρων.