Ένας οικονομικός αναλυτής παρομοίασε την Ελλάδα ως ένα αεροπλάνο τζάμπο που πετάει μέσα σε μια φοβερή καταιγίδα με σβησμένους κινητήρες λόγω βλάβης… Το προσωπικό εν πτήσει θα πρέπει να διορθώσει τους κινητήρες και για το λόγο αυτό εκείνη τη στιγμή έχει ανοίξει τα τεχνικά εγχειρίδια και μελετάει για το τι πρέπει να κάνει…. Νομίζουμε ότι η παρομοίωση είναι πολύ πετυχημένη και γι’ αυτό την υιοθετούμε και επιπλέον προσθέτουμε ορισμένες ακόμη σκέψεις.
Για παράδειγμα τη στιγμή που συμβαίνουν όλα αυτά, τι περνάει από το μυαλό του κάθε επιβάτη; Εδώ υπάρχουν πολλά και διάφορα ενδεχόμενα:
1) Ας καταφέρουμε να προσγειωθούμε και δεν πρόκειται να ξαναπετάξω με αυτή την παλιοεταιρία!
2) Η ζωή μας κρέμεται από τα χέρια «μαθητευομένων μάγων» οπότε το μόνο που μας απομένει είναι να μας λυπηθεί ο Θεός και να βάλει το χέρι του.
3) Δεν είναι τίποτα μου έχει ξανασυμβεί, τώρα θα πάρουν μπρος ξαφνικά οι κινητήρες και τα πράγματα θα είναι όπως πριν.
4) Ο πιλότος είναι άσχετος, ας ήμουνα εγώ στην θέση του και θα δείτε πόσο εύκολα θα το είχα προσγειώσει ήδη το αεροπλάνο.
5) Ας γλυτώσουμε και θα καταθέσω μήνυση και αγωγή για όλη αυτή την ταλαιπωρία. Ο πιλότος είναι πουλημένος, θέλει να μας ρίξει για να εισπράξει η εταιρία την ασφάλεια.
6) Μα καλά τι αεροπλάνο είναι αυτό; Δεν υπάρχει ούτε ένα αλεξίπτωτο;
7) Δεν υπάρχει περίπτωση, όλα τα λάθη εδώ πληρώνονται. Όσο γλεντήσαμε, γλεντήσαμε, τώρα ήρθε η ώρα να πληρώσουμε.
8) Ποιος γκαντέμης μπήκε μαζί μας στο αεροπλάνο;
9) Πρέπει να υπάρχει έστω και ένας λόγος για να μας σώσει ο Θεός. Ας κάνω κάτι μπας και σωθούμε.
Νομίζουμε ότι όλοι αυτοί οι διάλογοι, πολύ ή λίγο αποτυπώνουν τις σκέψεις που περνάνε από το μυαλό όλων μας, όλο και πιο συχνά, όσο βλέπουμε το σκάφος να πηγαίνει ακυβέρνητο μέσα στην καταιγίδα. Το ερώτημα που βασανίζει τους περισσότερους είναι: Υπάρχει ελπίδα; Αν κάνουμε θυσίες, θα σωθούμε;
Βασανιστικά ερωτήματα στα οποία κανείς δεν μπορεί να δώσει απάντηση. Ωστόσο εκείνο που απουσιάζει παντελώς και το οποίο δημιουργεί μια τεραστίων διαστάσεων κρίση εμπιστοσύνης είναι η πίστη ότι μπορούμε να γλυτώσουμε. Όχι να γυρίσουμε πίσω, εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε πριν αρχίσει να ξεσπάει η καταιγίδα αλλά να βρεθούμε κάπου που να είναι ασφαλή. Ταξιδεύουμε σαν το Οδυσσέα, μόνο που εμείς δεν γνωρίζουμε ποια είναι η Ιθάκη που ψάχνουμε. Τι μορφή έχει και τι προσδοκούμε από αυτήν. Δεν έχουμε πιστέψει σε αυτή γι’ αυτό και το ταξίδι είμαι μια μεγάλη περιπέτεια και όχι μια μακρά πορεία προς την αυτογνωσία.
Ακόμη και σήμερα αναζητούμε ένα σωτήρα που θα μας πάρει από το χέρι, αντί να πιστέψουμε βαθιά σε αυτό που μπορούμε να γίνουμε και να προχωρήσουμε χωρίς ενδιάμεσους. Τώρα δεν φαίνεται μόνο το μορφωτικό κενό των πολιτικών αλλά και το δικό μας, αφού με την εν λευκώ ψήφο μας κυβερνούσαν τόσα χρόνια. Ας κλείσουμε λοιπόν τα αυτιά στις σειρήνες, ας σκεφτούμε που βρίσκεται η Ιθάκη και ας πιστέψουμε σε αυτή. Ήρθε η ώρα της συλλογικής μας ενηλικίωσης χωρίς προστάτες και άλλοθι, για τα λάθη που κάνουμε. Αν δεν πάρουμε την απόφαση να σωθούμε δεν θα το κάνει κανένας άλλος για εμάς. Το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει ο καθένας είναι να σώσει τον εαυτό του και όλοι μαζί την χώρα. Τότε ίσως να μας λυπηθεί και ο Θεός και να εκτιμήσει την προσπάθεια που θα κάνουμε, βάζοντας και εκείνος το χέρι του. Αλλιώς…