Αν στα προχθεσινά επεισόδια στο Ολυμπιακό στάδιο, στον
ποδοσφαιρικό αγώνα Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού, ψάχνει κανείς να βρει αντίδραση ή
ξέσπασμα ή κάποια πολιτική πράξη διαμαρτυρίας για τα όσα περνάει η χώρα,
ματαιοπονεί, δεν υπάρχει κανένα νόημα, αν θέλετε όλη η καταστροφή που
συντελέστηκε είναι αφορμή της απουσίας νοήματος. Οι μπαχαλάκηδες τι είναι;
Άτομα κενά νοήματος και πνευματικότητας, χωρίς παιδεία και αρχές που
ικανοποιούνται από την καταστροφή. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι η δράση των
μπαχαλάκηδων αλλά το πώς τους αντιμετωπίζει η κοινωνία και τι περιθώρια δράσης
τους δίνει.
Οι μπαχαλάκηδες δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, απεναντίας
εκτρέφεται στις παρυφές της κοινωνίας εδώ και δεκαετίες, στην αρχή εκδηλωνόταν
μόνο σε αθλητικούς χώρους, στην συνέχεια οι βανδαλισμοί πέρασαν στο δημόσιο
χώρο καταστρέφοντας πινακίδες σήμανσης, δημόσια κτήρια, παγκάκια και κάθε τι
χρήσιμο προς εξυπηρέτηση του κοινού. Οι φωνές που ακούγονται – επίσης άναρθρες -
για τον περιορισμό του φαινομένου είναι η ακόμη μεγαλύτερη αστυνόμευση!!! Λες
και υπάρχει η δυνατότητα να υπάρχει δίπλα σε κάθε μπαχαλάκη και ένας
αστυνομικός ή σε κάθε δημόσιο χώρο να υπάρχουν και δέκα κάμερες ασφαλείας. Είναι δυνατόν; Κάτι τέτοιο θα εξαφάνιζε μέσα
σε μια νύχτα την ελευθερία μας και μπορεί να λυτρωνόμασταν από τους
μπαχαλάκηδες θα είμαστε όμως έρμαια και αιχμάλωτοι του Μεγάλη Αδελφού. Ποια
είναι όμως η λύση στο πρόβλημα;
Στις αρχές του 7ου αιώνα, οι Φίλιπποι
καταστράφηκαν από ένα ισχυρό σεισμό, ενώ λίγο νωρίτερα είχε προηγηθεί η
επιδρομή των Αβάρων η οποίοι πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ένα μεγάλο μέρος της
πόλης. Όταν το 1958 ο ανασκαφική σκαπάνη του Στυλιανού Πελεκανίδη έκανε δοκιμαστικές τομές στο
Επισκοπείο της πόλης, διαπίστωσε ότι σε πολλά δωμάτια ή σε υπαίθριους χώρους
είχαν εναποθέσει οι τελευταίοι κάτοικοι της πόλης μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη
και άλλα διακοσμητικά κτηρίων, με τάξη. Δηλαδή μετά τις καταστροφές της πόλης,
οι εναπομείναντες κάτοικοι καθάρισαν τους δρόμους και τα γκρεμισμένα κτήρια από
τους σωρούς και ότι άξιζε να διασωθεί το τακτοποίησαν με τρόπο άριστο με σκοπό
να επαναχρησιμοποιηθεί. Όπως σημειώνει ο αρχαιολόγος Χαράλαμπος Μπακιρτζής σε
σχετικό του σημείωμα, μετά την καταστροφή και αφού ο πληθυσμός είχε μειωθεί
δραματικά, οι εναπομείναντες κάτοικοι φρόντισαν να διασώσουν ότι μπορούσαν από
την κατεστραμμένη για πάντα πόλη τους – κάτι που οι ίδιοι δεν το γνώριζαν τότε.
Χαρακτηριστικά σημειώνει ο κ. Μπακιρτζής ότι «κυρίως είχαν την βούληση για την
επαναχρησιμοποίηση των μαρμάρων και την αναστήλωση της πόλης των, που ήταν η
κινητήρια δύναμη της σκληρής εργασίας των» και μάλιστα επιτέλεσαν αυτό το έργο
χωρίς να έχουν ούτε ικανό σε αριθμό ανθρώπινο δυναμικό αλλά ούτε και τα
απαραίτητα εργαλεία. Κι όμως το έφεραν σε πέρας με πειθαρχία, όχι με
αστυνόμευση αλλά με αγάπη και πίστη, με αποτέλεσμα όταν 13 αιώνες μετά έφτασε η
αρχαιολογική σκαπάνη σε εκείνο το σημείο και τα έφερε στο φως, αμέσως ανέκυψαν
ερωτήματα για το πώς και το γιατί.
Τι ήταν αυτό που οδήγησε εκείνους τους ανθρώπους να
τακτοποιήσουν την κατεστραμμένη πόλη
τους και να διασώσουν ότι μπορούσαν για τις μελλοντικές γενιές, καθώς γνώριζαν
ότι οι ίδιοι πλέον δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν κάτι
περισσότερο; Οι δυνατότητες που είχαν ήταν αυτές, να διασώσουν ότι άξιζε να
διασωθεί από την φθορά του χρόνου, μετά την επιδρομή των βαρβάρων και την μανία του σεισμού. Η κινητήρια δύναμη
νομίζουμε ήταν η παιδεία τους και η αγάπη για τον δημόσιο χώρο, στον οποίο
φιλοξενούνταν οι πιο σημαντικές δράσεις των πολιτών.
Εν αντιθέσει με εκείνους εμείς σήμερα καταστρέφουμε το
δημόσιο χώρο, είτε με βανδαλισμούς, είτε με το αυτοκίνητο που παρκάρουμε επάνω
στο πεζοδρόμιο και τον πεζόδρομο, είτε
ακόμη και με τα σκουπίδια που σκορπάμε από εδώ και από εκεί. Οι μπαχαλάκηδες
δεν είναι λοιπόν μια περιορισμένη μερίδα της κοινωνίας, είναι η συντριπτική
πλειοψηφία, απλά ο καθένας έχει τον τρόπο του. Κι αυτό είναι το πρότυπο που
περνάει στους νέους ανθρώπους.