Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Το ξαστέρωμα

Τόπος της πυκνοτέρας μνήμης αυτός που κατοικούμε και μονίμως αντικείμενο διεκδίκησης από εχθρούς και «φίλους». Αντί λοιπόν σήμερα να είμαστε σε θέση να εισπράττουμε πνευματικά δικαιώματα για όσα πρόσφεραν οι προγονοί μας στην πρόοδο της ανθρωπότητας, αντί να εισπράττουμε την υπεραξία αυτού του τόπου, μοιραζόμαστε πίκρα και χρέη.

Τι είναι όμως αυτό που μας καταδικάζει σε αυτή την ανυποληψία; Η απουσία πειθαρχίας, εκπαίδευσης, φιλότιμου, ενδιαφέροντος, φιλοδοξίας; Το καθένα από αυτά και όλα μαζί και άλλα πολλά που μας διαφεύγουν. Σίγουρα όμως εκείνο που θα έκανε την διαφορά είναι η απουσίας μιας Μεγάλης Εθνικής Ιδέας. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Ασχέτως αν η όλη διοργάνωση μας βούλιαξε οικονομικά, αυτό καθ’ αυτό το γεγονός κινητοποίησε το σύνολο των δυνάμεων της κοινωνίας για την επίτευξη του στόχου.

Αντί λοιπόν αυτή η εμπειρία να γίνει γνώση και δύναμη, αφέθηκε να παρέλθει ανεκμετάλλευτη. Φυσικά οι Μεγάλες Ιδέες δεν υπάρχουν στα ράφια του σούπερ μάρκετ για να πάει κανείς να τις αγοράσει. Προϋποθέτουν στοχασμό, συζήτηση, προβληματισμό αναζήτηση νοήματος.

Ένας θρύλος που έχει στοιχειώσει το νεώτερο ελληνισμό ίσως είναι αυτός του μαρμαρωμένου βασιλιά. Φυσικά και δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ένας βασιλιάς μαρμαρωμένος που κάποια στιγμή θα πάρει το σπαθί του και θα διώξει τους εχθρούς, αν το προσεγγίσουμε με αυτό τον τρόπο αφενός δεν θα καταλάβουμε τίποτα και αφετέρου δεν θα προσφέρουμε τίποτα στον προβληματισμό. Αν όμως αναγνώσουμε την ιστορία με την γλώσσα των συμβόλων, που κατά κόρον χρησιμοποιούν οι θρύλοι  για να μπορέσουν να γίνουν κατανοητοί απ’ όλους, τότε η ιστορία ξεδιπλώνεται με όλο της το νόημα.

Σε όλους του θρύλους  και τα παραμύθια, «βασιλιάς» γίνεται όποιος καταφέρει να περάσει τις δοκιμασίες και γίνει κύριος του εαυτού του (το οποίο σημαίνει ότι δεν χρωστάει σε κανέναν, δεν του ρουφάει το αίμα κανένας άχρηστος και δεν έχει κανένα Δ.Ν.Τ. πάνω από το κεφάλι του). Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς δεν συμβολίζει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τον απολεσθέντα οικουμενικό χαρακτήρα του ελληνισμού. Η σκλαβιά κάτω από τον ξένο δυνάστη ή το κλείσιμο στα στενά όρια ενός μικρού, πτωχού (από κάθε άποψη)  και μίζερου κρατικού μορφώματος δεν είναι τίποτε περισσότερο από αυτό.

Σε μια κοινωνία συγκρουόμενων συμφερόντων η μόνη λύση για την ανάταξη της είναι η ύπαρξη ενός ενωτικού ιδανικού, το οποίο δεν μπορεί να είναι ξένο με την αναζήτηση μιας καινούργιας εθνικής προοπτικής, η οποία θα προσφέρει δυναμική, κύρος και ιστορικό βάθος. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να ακολουθήσουμε την πεπατημένης της εδαφικής επέκτασης. Θα μπορούσε να είναι – μια πτυχή της – και μια οικονομικού χαρακτήρα επιστροφή σε εδάφη από τα οποία αποξενωθήκαμε ως συνέπεια του καταμερισμού του κόσμου κατά τον περασμένο αιώνα, θα μπορούσε να είναι το να γίνει ο τόπος φιλόξενος για την επιστήμη και την φιλοσοφία.

Ίσως τότε να μπορέσουμε περάσουμε από την «συννεφιασμένη Κυριακή» στο «πότε θα κάνει ξαστεριά»… Μόνο τότε θα ξαστερώσει ο γαλάζιος ουρανός και οι φουσκοδενδρίτες άνεμοι θα φέρουν την Άνοιξη, όπως θα έλεγε και ο ποιητής.