Όσο και να θέλεις κανείς να είναι ψύχραιμος απέναντι στα όσα συμβαίνουν, φτάνει κάποια στιγμή που αγανακτεί και δεν μπορεί να μην φωνάξει το «φτάνει πιά»! Απέναντι σε ποιόν όμως να το φωνάξει, στους κυβερνώντες, τους γύρω του ή στον ίδιο του τον εαυτό; Υπάρχει εκείνη η ικανή ποσότητα αυτογνωσία για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε το πόσο συνείσφερε ο καθένας, από εμάς στο φτάσουμε σε αυτό το σημείο; Είτε ήμασταν συνένοχοι – οπότε τα φάγαμε μαζί – είτε ήμασταν απλοί θεατές και ανεκτικοί απέναντι σε παράλογες καταστάσεις, σε όλους μας υπάρχει μερίδιο ευθύνης. Μιας ευθύνης η οποία πρώτα απ’ όλα έχει χαρακτηριστικά ηθικής τάξης.
Πρώτα απ΄ όλα η ευθύνη που έχουμε ως ελεύθερα και ανεξάρτητα άτομα τα οποία οφείλουν να επικοινωνούν, να ανταλλάσουν απόψεις και να δρουν τόσο ατομικά όσο και συλλογικά για το καλό της κοινότητας που ανήκουν.
Το δεύτερο είναι ότι έχουμε μια σημαντική ευθύνη απέναντι στο έργο που μας έλαχε να διαχειριστούμε… Κατά πόσο δηλαδή ο καθείς ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις που ανέλαβε και κατά πόσο έφερε εις πέρας το έργο που του αναλογούσε απέναντι στην κοινωνία; Σε όποια θέση κι αν ήταν, σημαντική ή λιγότερο σημαντική, κατά πόσο είχε συναίσθηση ότι και αυτός συμβάλει στο να λειτουργήσουν καλύτερα και αποτελεσματικότερα οι μηχανισμοί του κράτους έτσι ώστε να παράγουν το επιθυμητό αποτέλεσμα;
Πως είναι όμως δυνατό ένας λαός που για 400 χρόνια περίπου, έμεινε έξω από τον ιστορικό χρόνο να μπορεί να καλύψει τον χαμένο έδαφος χωρίς να έχει συναίσθηση αυτής της οπισθοδρόμησης και το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στις γενιές που ακολουθούν; Και φυσικά αντί ο στόχος να είναι η κάλυψη αυτής της απώλειας, αφεθήκαμε σε ατραπούς που μας οδήγησαν σε καταστάσεις αλλοίωσης, της ταυτότητας και της σχέσης μας με την παράδοση και τελικά ως κατάληξη το μόνο που μας περίμενε στο τέλος αυτού του δρόμου, ήταν η απώλεια και της ίδιας της αξιακής κλίμακας. Γι’ αυτό σήμερα το μεγάλο έλλειμμα δεν είναι οι μηχανισμοί ελέγχου και η ύπαρξη της αυστηρής νομοθεσίας αλλά η απουσία του συναισθήματος ευθύνης, η ηθική κατάπτωση που εκφράζεται με τον γνωστό «έλα, και τι έγινε μωρέ;».
Γι’ αυτό γινόμαστε μάρτυρες πρωτοφανών καταστάσεων που κανείς δεν δείχνει να είσαι σε θέση να αντιδράσει. Τα αντισώματα απέναντι στην ανομία και την αταξία είναι σε τέτοιο πλήθος που μπορούν οι λεγόμενοι πολίτες αυτής της χώρας να ανεχτούν και γιατί όχι να δικαιολογήσουν οποιαδήποτε ανήθικη πράξη.
Πως μπορεί όμως να ανατραπεί αυτή η κατάσταση αν δεν υπάρξει η αναδιατύπωση μιας αξιακής κλίμακας και η καλλιέργεια μια ηθικής διάστασης σε κάθε πράξη; Γιατί κάθε ενέργεια δεν μπορεί να κρίνεται μόνο από το πόσο αποτελεσματική είναι – αυτό μπορεί να είναι χαρακτηριστικό μόνο ενός μηχανιστικού συστήματος και όχι μιας κοινωνίας ανθρώπων – αλλά να ενέχει και το στοιχείο της ανάληψης της ηθικής ευθύνης απέναντι στις συνέπειες που έχει η κάθε ατομική ή συλλογική μας απόφαση.