Είμαστε πολλοί – πιστεύουμε – αυτοί που εκτιμούν ότι το νεοελληνικό κράτος έχει φτάσει στα όρια του. Οι δυσλειτουργίες, οι αγκυλώσεις, οι ατελέσφορες καταστάσεις και πολλά άλλα που συνιστούν ένα σύστημα σε παρακμή είναι πλέον ορατά ακόμη και από τους πλέον συντηρητικούς στις προσεγγίσεις. Τολμούμε να υποστηρίξουμε ότι μετά από μια 30ετία ψευδεπίγραφης ευημερίας, το μόνο που καταφέραμε ήταν να πολλαπλασιάσουμε το ψέμα και να εξορίσουμε την αλήθεια από την ζωή μας, ακόμη περισσότερο. Αυτό, από μόνο του ήταν αρκετό να αναδείξει όλες τις αδυναμίες, τόσο τις δικές μας όσο και της ίδιας της κοινωνίας. Μετά την αποτίναξη του χουντικού ζυγού ζήσαμε το όνειρο και την χαρά της ελευθερίας και πάρα πολύ σύντομα κοιμηθήκαμε με ένα νέο παραμύθι, αυτό της λεγόμενης «Δημοκρατίας της μεταπολίτευσης». Κοιμηθήκαμε και χάσαμε το τρένο του αληθινού εκσυγχρονισμού μας ως χώρα. Σπαταλήσαμε πόρους, ζωές και όνειρα για να φτάσουμε σήμερα να διαπιστώσουμε ότι «πτωχεύσαμε». Γιατί όντος «πτωχεύσαμε», οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, πνευματικά. Μείναμε ένα «άδειο σακκί» που το μόνο που ξέρει είναι να καταναλώνει. Όταν διαπιστώσαμε ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχίζεται στο διηνεκές, τότε πέσαμε σε εθνική κατάθλιψη με αυτοκτονικές τάσεις…
Αρχίσαμε να βγάζουμε τα χρήματά μας έξω, λες και ένας , ο οποιοδήποτε ευρωπαίος πολίτης για παράδειγμα, θα έκανε το ίδιο πράγμα αν κινδύνευε η χώρα του, σταματήσαμε να συναλλασσόμαστε – για να κρατήσουμε τα χρήματά μας για τα χειρότερα!!! Ανεχόμαστε τους πολιτικούς ακόμη και σήμερα, μετά από τα όσα έχουν γίνει γνωστά, να μας λένε παραμύθια, ενώ αντίθετα θυμώνουμε όταν κάποιος μα λέει την αλήθεια. Στραφήκαμε ο ένας εναντίον των προνομίων του άλλου, αντί να καθίσουμε να διαμορφώσουμε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο ειρηνικής συνύπαρξης και εξόδου από την κρίση.
Και σαν να μην έφτασαν όλα αυτά μέσα στο γενικότερο καταθλιπτικό κλίμα, κάποιοι – όχι τυχαία βέβαια – θυμήθηκαν να «ξαναδιαβάσουν» ιστορία και να την αναθεωρήσουν. Εκ του πονηρού. Το τι αδυναμίες, το τι προβλήματα και το τι χρέη κουβαλάει το ελληνικό κράτος από γεννησιμιού του είναι γνωστό, λίγο έως πολύ. Ξαφνικά πως φτάσαμε μέσα σε λίγους μήνες να γίνει κυρίαρχο ζήτημα; Μήπως κάποιοι – από την οικονομική και κοινωνική ελίτ – διαβλέποντας το επερχόμενο αδιέξοδο αναζητούν διέξοδο για να μην χάσουν την πολιτική και οικονομική τους ασυλία, στο πλαίσιο της λειτουργίας ενός ευνομούμενου κράτους που θα μπορούσε να γεννηθεί από τα αποκαΐδια που θα αφήσει η κρίση πίσω της;
Αντί να αποδεχθούμε τα προβλήματα με τιμιότητα και παρρησία και να τα επιλύσουμε στην πορεία διαμόρφωσης ενός δημοκρατικού και σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, αυτοί επέλεξαν να μας γυρίσουν εκεί απ’ όπου προσπαθούμε τόσα χρόνια να ξεφύγουμε: την εποχή των κοτζαμπάσηδων!!! Δεν νοιάζονται για τα προβλήματα των πολιτών και του κράτους, αλλά για την διατήρηση των δικών τους προνομίων, ίσως και γι’ αυτό τείνουν ευήκοα ώτα στις εξ ανατολών σειρήνες του νέο - οθωμανισμού.
Αν έχει ξεπεραστεί το νεοελληνικό κράτος που ιδρύθηκε το 1821, να το ακυρώσουμε, αλλά για κάτι καλύτερο, για κάτι ελληνικότερο, για κάτι πιο συνεπέστερο στην ιστορία και την παράδοσή μας. Η Ιστορία εξελίσσεται και έρχεται η ώρα που χρειάζεται να ξεπεραστούν κάποια πράγματα, όχι όμως να τα ακυρώσουμε ή να τα διαγράψουμε, γιατί τότε ακυρώνουμε και την ίδια την συνέχεια της ιστορίας μας. Είτε μας αρέσει, είτε όχι η Επανάσταση του 1821 είναι γεγονός, είναι η συμβολαιογραφική πράξη ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους και μάλιστα γραμμένη με πολύ αίμα. Οφείλουμε να προχωρήσουμε μπροστά, να γίνουμε καλύτεροι, δικαιότεροι, αποτελεσματικότεροι και εν γένει πιο αληθινοί, αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει βγάζοντας σκελετούς από την ντουλάπα. Η Οθωμανική αυτοκρατορία δολοφονήθηκε από τα ίδια τα μέλη της επειδή είναι αυτό που ήταν, η νεκρανάσταση αυτού του είδους και όπως επιχειρείται, το μόνο στο οποίο παραπέμπει είναι οι χολιγουντιανές ταινίες τρόμου.