Το Οικουμενικό Βυζάντιο βούλιαξε στην ανυποληψία και το
τέλος που γράφτηκε το 1453, ο Οικουμενικός Ελληνισμός υπέστη μια συντριπτική
ήττα στις μέρες μας, το 1922, η δεύτερη μεγάλη Άλωση. Έκτοτε μετράμε συνεχώς
απώλειες, ζούμε μια διαρκή άλωση, μια συρρίκνωση η οποία δεν
είναι καθόλου
άσχετη με την μνημονιακή κατάσταση που βιώνουμε σήμερα.
Αυτή η συνεχής συρρίκνωση οδήγησε τη χώρα σε μια συνεχή
εσωστρέφεια η οποία επιχειρήθηκε να σπάσει με την ένταξή μας στην τότε ΕΟΚ, για
πρώτη φορά μετά από αιώνες το πολιτικό προσωπικό της χώρας δοκιμάστηκε στις
σχέσεις συνεργασίας με ξένους. Το αποτέλεσμα τριάντα χρόνων συνεργασίας το
εισπράττουμε σήμερα, η ανυποληψία της χώρας οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό
στους πολιτικούς που στέλναμε να μας εκπροσωπήσουν. Εμείς εκλέγαμε βουλευτές
και υπουργούς εσωτερικής χρήσης, αλλά ακατάλληλους δια τον διεθνή στίβο. Γι’
αυτό δεν μπορέσαμε να ασκήσουμε μια σοβαρή πολιτική τόσο εντός της Ε.Ε., αλλά
ούτε και προς τις τρίτες χώρες. Υπουργοί που διέπονταν από την λογική του
βλαχοδήμαρχου, τω ν ελληνικών ταινιών του 50 και του 60 ήταν στην πλειονότητά
τους. Αλήθεια αν δεν μιλούσαμε για μια χώρα, αλλά για μια ιδιωτική εταιρία, θα
έστελναν ποτέ οι μέτοχοι αυτής της Α.Ε. να τους εκπροσωπήσει σε μια διεθνή
συνάντηση από την οποία ανέμενε κέρδη, ένας άνθρωπος που δεν ξέρει ξένες
γλώσσες, δεν γνωρίζει την σκέψη των ξένων και τον τρόπο λειτουργίας τους και
επιπλέον αισθάνεται μειονεκτικά ως φτωχός συγγενής, Τι ελπίδες επιτυχίας μπορεί
να έχει; Καμία.
Λογικές να φύγουμε από την Ε.Ε., αυτούς τους μειονεκτικούς
και μικρόνοες πολιτικούς εξυπηρετούν και
γενικότερα οι λογικές της «μικρής και τίμιας Ελλάς» συμβάλλουν στην διαιώνιση
της νοσηρής κατάστασης που ζούμε. Το πρώτο μεγάλο στοίχημα που έχουμε να
κερδίσουμε είναι η παραμονή στην Ε.Ε. όχι ως ελεημοσύνη, αλλά με την αξία μας.
Το δεύτερο είναι η ανακήρυξη της ΑΟΖ, μια εξέλιξη που θα επαναφέρει τη χώρα στο
γεωπολιτικό παιχνίδι της περιοχής στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτοί οι δύο στόχοι
θα καθορίσουν και την ποιότητα των πολιτικών που έχουμε ανάγκη. Πολιτικών
προσώπων που δεν θα ξεχωρίζουν από ποιο πολιτικό χώρο υπηρετούν αλλά για την
υπεραξία που κομίζουν στην δημόσια ζωή.