Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Να θέσουμε το σωστό ερώτημα


Η απλή λογική υποδεικνύει ότι για να πάρουμε μια καλή απάντηση πρέπει να έχουμε διατυπώσει το σωστό ερώτημα. Εν προκειμένου λοιπόν το ερώτημα είναι για ποιόν «δουλεύει» η «δημόσια διοίκηση»;
Τα προηγούμενα χρόνια η δημόσια διοίκηση ήταν εξάρτημα του πολιτικού συστήματος, χωρίς να υπάρχει ίχνος αξιοκρατίας, οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών είχαν δοτή εξουσία από τα πολιτικά γραφεία των κυβερνητικών βουλευτών – αφού εκείνα είχαν λόγο στην επιλογή – και κατά συνέπεια ήταν ανά πάσα στιγμή υπόλογοι προς αυτά για τις επιλογές τους αλλά και υποχρεωμένοι να εκτελέσουν τις εντολές που δέχονταν. Αυτό έδινε δύναμη στα πολιτικά γραφεία γιατί όποιος πολίτης
είχε μια «δύσκολη υπόθεση» ήταν υποχρεωμένος να περάσει από εκεί, πολλοί ωθούμενοι από την δύναμη της συνήθειας περνούσαν από τα βουλευτικά γραφεία ακόμη και για θέματα ρουτίνας. Είδαμε υπάλληλο πολιτικού γραφείου να ασχολείται ακόμη και με την έκδοση πιστοποιητικού γέννησης!!!

Ειδικά από την εποχή που «έσφιξαν» τα πράγματα των διορισμών στο δημόσιο ελέω ΑΣΕΠ ενισχύθηκε ο τομέας των παρεμβάσεων στην δημόσια διοίκηση προκειμένου να εξυπηρετούνται οι ψηφοφόροι, γιατί σε αυτό και τα πολιτικά γραφεία βρήκαν ρόλο ύπαρξης. Η οικονομική κρίση, η έλευση της τρόικας, οι μειώσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, οι αυστηρότεροι έλεγχοι – κύρια των οικονομικών – αποφάσεων περιόρισαν το ενδιαφέρον για τις θέσεις των προϊσταμένων, χωρίς όμως και να το εξαλείψουν. Για παράδειγμα προϊστάμενος υπηρεσίας της πάλαι ποτέ Νομαρχίας ελάμβανε κάθε μήνα 800 ευρώ ως οδοιπορικά έξοδα (!!!), ήταν τα χρήματα που αντιστοιχούσαν σε καθημερινή μετακίνηση από και προς την Κομοτηνή. Όπως είναι φυσικό δεν ήταν δυνατόν να απουσιάζει καθημερινά από το γραφείο του, ωστόσο επί χρόνια τα εισέπραττε. Προτιμούσαν να βάζουν δήθεν οδοιπορικά έξοδα, αντί για υπερωρίες, τις οποίες τις είχαν ως δεύτερη επιλογή γιατί τα εισοδήματα αυτά είναι αφορολόγητα. Ο εν λόγω υπάλληλος είχε επιπλέον εισόδημα 9.600 ευρώ κάθε χρόνο αφορολόγητα. Πέρα βέβαια και από τις υπερωρίες που εισέπραττε. Αυτά όμως τελείωσαν.

Ενδεικτικό και καθόλου τυχαίο, δεν είναι το παράδειγμα που αναφέραμε. Ο εν λόγω προϊστάμενος ίσως και να παραμένει στην θέση του, αν δεν φρόντισε να την κοπανήσει πριν ξεσπάσει η θύελλα, αλλά πλέον δεν υπακούει εύκολα στα κελεύσματα των «πολιτικών του φίλων» που τον τοποθέτησαν εκεί πριν το ξέσπασμα της κρίσης και έχει χάσει και το ενδιαφέρον του για την δουλειά, κατά συνέπεια οι υποθέσεις στοιβάζονται, οι πολίτες περιμένουν, στα κελεύσματα των πολιτικών γραφείων πλέον κωφεύει και δεν υπάρχει καμία δύναμη να τον κάνει να δουλέψει. Μετράει το χρόνο μέχρι την συνταξιοδότηση, μετράει τα χρήματα που του περιέκοψαν και για το μόνο που αναρωτιέται είναι αν θα γίνει κανένα «θαύμα» για να γυρίσει στην πρότερη «παραδείσια» - αποκλειστικά γι’ αυτόν και τους ομοίους του – κατάσταση…. Ένα βήμα τον χωρίζει από την πλήρη αποχαύνωση…

Η συνέχεια αύριο

Θεόδωρος Α. Σπανέλης