Η πρόσφατη αποτυχία στο διαγωνισμό για την πώληση της ΔΕΠΑ, με την αιφνιδιαστική αποχώρηση από τη διαδικασία της Ρωσικής Gazprom, επανέφερε στο προσκήνιο την ανάγκη πολύπλευρης εθνικής στρατηγικής στον ενεργειακό τομέα. Κεντρικό ρόλο για την εξέλιξη της ενεργειακής στρατηγικής που θέλει τη χώρα μας κόμβο διαμετακόμισης φυσικού αερίου στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, έχουν οι υποδομές που καλείται να προχωρήσει. «Όλα τα στρατηγικά σχέδια συναρτώνται με τις αντίστοιχες υποδομές. Χωρίς αυτές, τα σχέδια μένουν στα χαρτιά» δηλώνει παράγοντας που γνωρίζει καλά τις γεωπολιτικές ενεργειακές κινήσεις.
Στο
πλαίσιο αυτό, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, εν αναμονή της απόφασης για τον αγωγό
ΤΑΡ, ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB, ο Ελληνοϊταλικός αγωγός IGI,
και η πλωτή μονάδα LNG καλούνται να «σηκώσουν το βάρος» της
εθνικής προσπάθειας. Κινητοποιώντας ταυτόχρονα αναπτυξιακές προσδοκίες σε
τοπικό επίπεδο και δημιουργώντας προϋποθέσεις για αύξηση της απασχόλησης και
της οικονομικής δραστηριότητας.
Ο
ελληνοβουλγαρικός αγωγός διπλής ροής, ο IGB,
για τον οποίο η τελική επενδυτική απόφαση σχετικά με την έναρξη κατασκευής του
αναμένεται να ληφθεί εντός του έτους, συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά που
ανταποκρίνονται στην ευρωπαϊκή στρατηγική και εντάσσεται
στον ευρύτερο σχεδιασμό διασύνδεσης των αγωγών φυσικού αερίου Κεντρικής,
Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ο αγωγός αυτός θα προσφέρει μια πολύ
καλή λύση για μεταφορά του αερίου προς τη Βόρεια Ελλάδα και προς τα Βαλκάνια εν
γένει. Και αυτό διότι ελαχιστοποιεί την απόσταση που πρέπει να διανύσει το
αέριο για να φτάσει στους καταναλωτές των περιοχών αυτών.
Ο IGI,
το δεύτερο έργο «κοινού ενδιαφέροντος» της Ε.Ε., ο αγωγός δηλαδή που έχει
σχεδιαστεί να διατρέχει τη Βόρεια Ελλάδα και από τη Θεσπρωτία να περνάει στην
Ιταλία, αποτελεί ένα σημαντικό διασυνοριακό project
για το οποίο οι αποφάσεις θα συναρτηθούν με τις υπόλοιπες εξελίξεις.
Συνδυαστικά
με τα δύο αυτά έργα, είναι εμφανής η στρατηγική σημασία ενός πλωτού σταθμού LNG στη Βόρεια Ελλάδα, τόσο για τις επιδιώξεις της χώρας όσο
και για το ρόλο της ίδιας της Βόρειας Ελλάδας. Την πρόθεση να υλοποιήσουν
τέτοια έργα έχουν εκφράσει ως γνωστόν, τόσο η ΔΕΠΑ, όσο και ο Όμιλος
Κοπελούζου.
Η
λογική είναι απλή: Η λειτουργία και χρησιμότητα ενός τέτοιου πλωτού σταθμού LNG
στη Βόρεια Ελλάδα είναι απόλυτα συνδεδεμένη με δύο εμβληματικά έργα μεταφοράς
αερίου. Τους αγωγούς IGI και IGB που έχουν και οι δύο ενταχθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση στα
προωθούμενα έργα «κοινού ενδιαφέροντος», δηλαδή στα έργα που αποτελούν κοινές
ενεργειακές υποδομές και διευκολύνουν την ενοποίηση της αγοράς, τους αγωγούς.
Πρακτικά
η Βόρεια Ελλάδα θα διαδραματίσει ρόλο «υποδοχέα» του αερίου από διάφορες πηγές
και χώρες και «διαμετακομιστή» του αερίου προς τις καταναλώτριες χώρες.
Στο
«κάδρο» μπαίνουν εκ των πραγμάτων και οι ποσότητες αερίου που ανακαλύφθηκαν
στην Ανατολική Μεσόγειο (Κύπρος και Ισραήλ) οι οποίες αναζητούν διόδους για να
μεταφερθούν στις καταναλώτριες ευρωπαϊκές χώρες. «Κάθε υποδομή που θα μπορούσε
να υποδεχθεί υγροποιημένο αέριο από την Ανατολική Μεσόγειο και να το κατευθύνει
στη συνέχεια προς τις αγορές, έχει να παίξει σημαντικό ρόλο» λέγεται
χαρακτηριστικά.
Την
ίδια στιγμή παραμένει κεντρικό το ζήτημα της προμήθειας της χώρας μέσω αερίου
που έρχεται με αγωγούς, αλλά και της προώθησης αυτού του αερίου στις
καταναλώτριες χώρες της Ευρώπης. Ο λόγος φυσικά για το αέριο από το
Αζερμπαϊτζάν, αλλά και για το Ρώσικο αέριο, το οποίο, ανεξάρτητα από το τι θα
γίνει με την πώληση της ΔΕΠΑ, θα είναι πάντα «παρών» στην ελληνική αγορά.
(www.energypress.gr)